Monday, January 29, 2007

κουβάρια

ανακάλυπτε τελικά Μικρά ατροφικά καλοκαίρια
φυλακισμένα σε αιωνόβιους χειμώνες,

Μιας βδομάδας λύτρα
για να μισανοίξει ένα παράθυρο,
να ανεμίσει μια κουρτίνα,
να ελευθερωθούν δυο ώρες μεσημέρι

απρόσμενα Ανθισμένες Τετάρτες και φρεσκοκλαδεμένες Κυριακές,
γκρίζες μαραμένες Τρίτες και μαδημένες σαν μαργαρίτες Πέμπτες
κρύες Μπουμπουκιασμένες δευτέρες και απότιστα Σάββατα
κάθε Friday εξάλλου ήταν in love
(όπως έλεγε και κείνο το παλαιό άσμα)
πάντα εκεί
λουσμένη με μουσικές και αρωματισμένη με στίχους

οι δικές του Αλήθειες πάλι, ήταν τετράγωνες,
-θα έκαναν σίγουρα τον Νίτσε να αγανακτήσει-
ευλαβικά τακτοποιημένες σε πανόμοια κουτάκια με καθαρογραμμένες
ταμπελίτσες απέξω
δεν την άφηνε να τις πειράξει, να τις μπερδέψει, να παίξει με αυτές
ούτε καν όταν μεθούσε τα Χαράματα (η ώρα τρεις)

–όταν της έδωσε το μίτο γέλαγε
μα ποιος θέλει να χορέψει ταγκό με τον μινώταυρο;
Εγώ, ξέρεις, είχα για φως τα μάτια μου
Θρεφόμουν απ΄ τις λέξεις
Και μ΄ άρεσε να χάνομαι
Και τώρα;
Που μου έκοψες τα τσίνορα και σώθηκε η αλφάβητος;
που μου έκλεψες το τσεκούρι που θρυμμάτιζα το μέλλον;
Μου χαρίζεις κουβάρια;

1 comment:

Anonymous said...

πολύ