Sunday, July 29, 2007

είναι αυτή η ανεντόπιστη φωνή
από κάπου, κάποια απομακρυσμένη γωνία του εγκεφάλου

"επιδείνωσις, επιδείνωσις"
φωνάζει

"πρέπει να επιταχυνθεί άμεσα η παραγωγή ενδορφινών,

πριν αλλάξει στοιβάδα και εκλυθεί άχρηστη ενέργεια"

μα που πήγε το make up σου λοιπόν?
πόσες φορές σου έχω πει εξάλλου να χρησιμοποιείς αδιάβροχο
τόση αισιοδοξία βλάπτει ξέρεις,

το ποτήρι μπορεί να ήταν μισογεμάτο
αλλά το κρασί είχε ξινίσει
ξαναμετράω -με μανία-
εκείνες τις άπατες νύχτες που ολόφωτο
και ανήλεο
το παρελθόν ορμά
με ιλιγγιώδη ταχύτητα
κατά πάνω μου

- για θυμήσου, λέει χαιρέκακα, για θυμήσου-

είδες,
δεν μ'έμαθε ποτέ κανείς
ν΄αποφεύγω τα μπούμερανγκ
έτσι τραυματίζομαι τραχιά
με σημάδια από το είδος των αγιάτρευτων
από κείνα
που ειδοποιούν επώδυνα
κάθε που αλλάζει χρώμα
η -μόνιμη πλέον- θλίψη μου

όσες φορές κι αν μέτρησα
πάντα βγαίνει μια παραπάνω

Friday, July 13, 2007

take this waltz, it's been dying for years



ήθελα λέει να χορέψω ένα βαλς
μεταμεσονύχτιο
στους άδειους δρόμους μιας πόλης ζεστής
έρημης
και άγνωστης

που έλεγα πάραυτα
μηχανικά
δική μου

να στριφογυρίζω
παράτολμα
πάνω σε πέδιλα αστερόχρωμα
πανύψηλα

ισορροπίστρια περιωπής
με μάτια ανέκφραστα βαμμένα επιτήδεια
κι ένα πλατύ χαμόγελο
ξεχασμένο
από μια σκέψη χθεσινή

ακολουθώντας βήματα σίγουρα και συνεπή
σαν κουρδιστά
τάτατα
τάτατα
ένα δεξιά
δύο αριστερά

στηριγμένη σε ώμους
ορισμένους
με δυο χέρια να μου ντύνουνε τη μέση

μέχρι να κουραστώ σύγκορμη
κι ωραία

και μόνο τότε οργανικά
να λυθώ επιτέλους
σε σκαλάκια πολυκατοικίας
φιλικά
σαν τον καναπέ μου

Η νύχτα όμως είχε μόνο αγάλματα
που δεν ήξεραν τα βήματα
κι εγώ αυτό λέει

το αποκαλούσα μοναξιά

Wednesday, July 04, 2007

sou to xw pei sou to xw pei den eimai gw gia prokopi




Ήταν λες και τα βαριά
έκτακτα γεγονότα
μιας δονούμενης καθημερινότητας
κυλούσαν από το αδιάβροχο μυαλό της
όπως το νερό
από τα φτερά της πάπιας

την άφηναν τελικά ανέγγιχτη
Δεν ένιωθε τίποτα
-όσο κι αν προσπαθούσε, έντρομη.
Και μέσα στην ντροπή της-για το σκανδαλώδες αυτό γεγονός
γι΄ αυτή την ανένδοτη αναισθησία
Έντυνε τις εξοργιστικά διάφανες σκέψεις της
Τις εξευτελιστικά αδρανείς αισθήσεις της

Με αμπιγέ καθώς πρέπει αισθήματα
Καθ΄ όλα ευπαρουσίαστα

κι εντυπωσιακά
Δυο μέτρα θλίψη μεταξωτή πετροπλυμένη,
ένα ικανοποίηση
πέντε μέτρα απογοητεύσεις από οργαντίνα μαύρη
Μια ελπίδα ένα άγχος μια ματαίωση,
δυο εκατοστά χαρά πλουμιστή, πανάκριβη
Μιάμιση παλάμη αναστάτωση- double face
Μια χούφτα πάθος ασημί-στόλισμα

Κι έλεγε έτσι λοιπόν
ότι ζούσε αξιοπρεπώς
και πλήρως
με τα τούτα της και με κείνα της