Ας γουργουρίζει δυνατά το περιστέρι έξω από το παράθυρο
ας κορνάρει κάτω από το μπαλκόνι ο ανυπόμονος οδηγός
ας περιμένει στη γωνία του κρεβατιού η γάτα με μάτια γουρλωμένα
και ας φωνάζει από απέναντι αυτός που πάντα υποφέρει
ας έπαψε ξάφνου να στάζει η φλύαρή μου βρύση
κι ας κόπηκε η ανάσα του όμορφου αγοριού μου
ας σταμάτησε αίφνης το μακρύ βοριαδάκι
κι ας σφύριξε δις φάλτσα το κουδούνι του σπιτιού
εγώ δεν πρόκειται να γράψω απόψε
μη με πιέζετε
έχω κλειδώσει τα βλέφαρα
έχω σβήσει τη μνήμη
και με κόμπο ναυτικό – από αυτούς τους δύσκολους-
έδεσα τα χέρια
α τι όμορφα που είναι έτσι για λίγο να μην υπάρχεις